Άνεμος γητευτής με χείλια βαθυγάλαζα
Καθώς γλιστράω στα τσάμια της κατηφοριάς
Κι ανοίγω τα φτερά στο βλέμμα σου το απέραντο
ΒΑΘΥ ΓΑΛΑΖΙΟ , Ήλιος ο πρώτος
Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα
θ' αναπαύσει το πρόσωπο του μαρτυρίου
με το λίγο βάμμα γλαυκού στα χείλη .
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το διάσελο που ανοίγει
αιωνίου γαλάζιου οδό στα νέφη
μια
φωνή που παράπεσε μες στην κοιλάδα
μια ηχώ που σαν βάλσαμο την ήπιε η μέρα .
Άξιον εστί
Αιτέ Θαλασσών των ουρανών δελφίνι Τι λαχτάρες αλήθεια και τι χλευασμούς εδέησε να περά-
Ζωή μου γλαυκή που σε μιαν αστραπή σω , με το λίγο του όρκου στα δυο μάτια και τα δά -
Τα' πες όλα και τα ' καψες τα' πες όλα και τα ' κρυψες χτυλα έξω από τη φθορά. Τέτοιες χρονιές - α ναι -
θα ' ταν που εργαζόμουν να γίνει τόσο τρυφερό το απέ-
ραντο γαλάζιο !
Τα ετεροθαλή
Έξη και μία τύψεις για τον ουρανό
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Α: Ένα μεγάλο θαλασσί μπαλόνι θα μάς πάρει ψηλά
μια - δω , μια -κει θα μάς χτυπά ο άερας .Πρώτα θα
ξεχωρίσουν οι ασημένιοι τρούλοι , κατόπιν τα καμπ-
ναριά . Θα φανούν οι δρόμοι πιο στενοί , πιο ίσιοι απ'
ό,τι φανταζόμασταν . Οι ταράτσες με τις κάτασπρες
αντένες για την τηλεόραση .Και οι λόφοι ένα γύρο κι
οι χαρταετοί - ξυστά θα περνάμε από δίπλα τους .
Ώσπου κάποια στιγμή θα δούμε όλη τη θάλασσα .Οι
ψυχές επάνω της θα αφήνουν μικρούς λευκούς ατμούς. (...)
Κι ο Αντιφωνητής :
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Κι είναι από τότες λέω - είναι η ίδια η θάλασσα
φτάνοντας μες στον ύπνο μου που' φαγε τη σκληρή την πέτρα
κι άνοιξε τ' αχανή διαστήματα . Λόγια που έμαθα
σαν περάσματα ψαριών πράσινα
με γαλάζια κιμωλία χαρακωμένα
παραμιλητά που ξυπνητός ξεμάθαινα
και πάλι κολυμπώντας ένιωθα κι ερμήνευα
Ιωάννης των ερώτων
Μαρία Νεφέλη